Υπάρχουν ελπίδες που στηρίζονται στο υπερβατικό («ο μεγάλος Θεός της Ελλάδας δεν θα μας αφήσει») κι ελπίδες που στηρίζονται σε ψέματα («χρήματα υπάρχουν»). Με τέτοιου είδους ελπίδες ο Ελληνας έχει συνηθίσει να τρέφεται εδώ και δεκαετίες. Ενδόμυχα πολλοί περιμένουν αυτόν που θα τους δώσει πάλι τέτοιες ελπίδες, υπερβατικές και ψεύτικες• αυτόν που με ένα μαγικό ραβδάκι θα πετύχει και τα χρέη μας να διαγράψουμε και νέους βολικούς δανειστές να βρούμε• που θα πετύχει το κράτος να κάνει αναπτυξιακά έργα χωρίς να εισπράττει φόρους• που θα κάνει τα υπερχρεωμένα ασφαλιστικά Ταμεία να μπορούν να καταβάλουν συντάξεις• που θα κάνει την Ε. Ε. να συνεχίσει να δίνει επιδοτήσεις, χωρίς εμείς να εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας• που θα ακολουθεί οικονομική και δημοσιονομική πολιτική τριτοκοσμικής χώρας, εξασφαλίζοντας το βιοτικό επίπεδο βιομηχανικής.
Ο επόμενος λαοπλάνος περιμένει στη γωνία για να εξαργυρώσει την αγανάκτηση πουλώντας τέτοιες υπερβατικές ελπίδες. Είναι γελοίο να περιμένουμε να ανασυνταχθεί το ελληνικό κράτος πάνω στην ιδεολογία του «δανεικά κι αγύριστα», «τρώμε τα έτοιμα», «βρήκαμε τον μήνα που τρέφει τους έντεκα», «και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο».
Ομως υπάρχουν κι ελπίδες που περνούν μέσα από την ειλικρίνεια και την αυτογνωσία. Είναι οι ελπίδες που οδήγησαν στους Ολυμπιακούς του 2004• τότε που αντικαταστήσαμε το «βλέποντας και κάνοντας» με την οργάνωση, το «ό, τι βρέξει ας κατεβάσει» με την τήρηση προθεσμιών, το «δε βαριέσαι» με τον εθελοντισμό, τη μιζέρια με το φιλότιμο, το «ο καθένας για την πάρτη του» με τη σύμπνοια. Ισως εκείνη τη συμπεριφορά να την επέβαλε η επίγνωση ότι μια αποτυχία δεν θα μπορούσαμε να τη χρεώσουμε σε κάποιον άλλο. Ομως η βασική προϋπόθεση αυτής της συμπεριφοράς ήταν η ρεαλιστική συνειδητοποίηση των αναγκών.
Αυτό χρειαζόμαστε και σήμερα. Την ειλικρίνεια και τον ρεαλισμό, που τα πολιτικά κόμματα αρνούνται να προσφέρουν, είμαστε υποχρεωμένοι να την επιδείξουμε εμείς, οι πολίτες. Και αυτό σημαίνει αναγκαστικά ότι πέρα από την απόλυτα δικαιολογημένη απόδοση ευθυνών στα κόμματα, στην παραπληροφόρηση των ΜΜΕ, στην πολιτική των τραπεζών και την ανεπάρκεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ένα μέρος της αγανάκτησης θα πρέπει να το κατευθύνουμε και στις δικές μας συμπεριφορές.
Πελατειακές σχέσεις
Επί τριάντα πέντε χρόνια δίναμε πάνω από το 80% των ψήφων σε κόμματα βουτηγμένα στη διαφθορά και το ψέμα, βολεμένοι στις πελατειακές σχέσεις και την ανομία. Ψηφίζαμε το κόμμα που θα μας νομιμοποιούσε το αυθαίρετο και τον βουλευτή που θα εξασφάλιζε μια θέση στο Δημόσιο στον άχρηστο για οποιαδήποτε άλλη δουλειά βλαστό μας. Ενισχύαμε έμπρακτα τη φοροδιαφυγή, όταν υποκύπταμε στη διπλή ταρίφα του ταξιτζή, κάναμε τα στραβά μάτια στην ανυπαρξία αποδείξεων και δίναμε φακελάκια στον γιατρό και τον δικηγόρο. Βλέπαμε να σπαταλιούνται πολύτιμοι πόροι σε πανεπιστήμια-μαϊμούδες στην επαρχία και ανεχόμασταν τον αιώνιο φοιτητή. Πληρώναμε τα «γρηγορόσημα» και δωροδοκούσαμε πολεοδομικά γραφεία και εφορίες. Χαζοχαιρόμασταν όταν κάθε κυβέρνηση υπέκυπτε στις απαιτήσεις των συντεχνιών. Καταναλώναμε τα σκάνδαλα ως θέαμα, για να τα ξεχάσουμε με την πρώτη ευκαιρία. Οταν ακούγαμε ότι στην Κρήτη τα ίδια πρόβατα τα μετρούσαν τρεις και τέσσερις φορές για τις επιδοτήσεις, γελούσαμε με τους κουτόφραγκους και καμαρώναμε για τη μαγκιά μας.
Ολα αυτά τα ξέραμε και είναι υποκριτικό να παριστάνουμε τους έκπληκτους. Υπεύθυνα για την κρίση αξιών και τη διαφθορά σε όλους τους θεσμούς της κοινωνίας και του κράτους δεν είναι ούτε τα 400 χρόνια της τουρκοκρατίας ούτε τα 150 της ξενοκρατίας. Αυτή η κατάσταση δημιουργήθηκε στα τελευταία τριάντα χρόνια και μια πραγματική αλλαγή επιβάλλει να δεχτούμε κι εμείς οι πολίτες το μερίδιο των ευθυνών μας.
Σημάδι της φθοράς των αξιών είναι και η επιλεκτική μας αγανάκτηση. Χιλιάδες ήταν οι δεκαπεντάχρονοι και δεκαεξάχρονοι που διαδήλωσαν δικαιολογημένα για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, φωνάζοντας το αδικαιολόγητα γενικευτικό «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Οταν λίγο αργότερα μια βόμβα τρομοκράτη κομμάτιασε έναν Αφγανό συνομήλικό τους, δεν τους είδα ούτε να διαδηλώνουν ούτε να φωνάζουν το δικαιολογημένα γενικευτικό «τρομοκράτες, γουρούνια, δολοφόνοι». Οταν η αγανάκτηση είναι επιλεκτική δεν είναι πειστική.
Κυβέρνηση προσωπικοτήτων στην Ελλάδα: επιχειρήματα και ενστάσεις
Είναι κοινή διαπίστωση ότι η περίοδος της Μεταπολίτευσης τελείωσε και μαζί της καταρρέουν και τα παραδοσιακά της κόμματα. Αλλά κάτι νέο δεν φαίνεται στον ορίζοντα και δεν είναι περίεργο. Δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθούν νέες πολιτικές δυνάμεις προσδιοριζόμενες μόνο από ένα «όχι» στο Μνημόνιο• ένα δημοψήφισμα θα μπορούσε ίσως να σταματήσει μια πολιτική, όχι να δημιουργήσει μια νέα• πρόωρες εκλογές απλώς θα αναπαραγάγουν το υπάρχον πολιτικό σκηνικό• μια κυβέρνηση συνεργασίας στηριζόμενη στα κόμματα που απέτυχαν να αντιμετωπίσουν έγκαιρα και αποτελεσματικά τα προβλήματα ούτε θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη ούτε θα οδηγήσει στην αναγκαία ανασύνταξη του πολιτικού σκηνικού.
Η δεύτερη ένσταση είναι ότι μια κυβέρνηση προσωπικοτήτων αποδυναμώνει τον κοινοβουλευτισμό. Το αντίθετο ισχύει: μια κυβέρνηση προσωπικοτήτων είναι το αποτέλεσμα κι όχι η αιτία του αποδυναμωμένου κοινοβουλευτισμού. Τον κοινοβουλευτισμό τον αποδυνάμωσαν ο αρχηγισμός, η οικογενειοκρατία και οι πελατειακές σχέσεις. Το τελικό χτύπημα το έδωσε η εκ των πραγμάτων χρεοκοπία. Η αδυναμία του κράτους να σταθεί χωρίς τα δεκανίκια των ξένων εταίρων το έθεσε υπό κηδεμονία. Τα μέτρα που παρουσιάζονται στη Βουλή για ψήφιση δεν είναι μέτρα που απορρέουν από την ελεύθερη πολιτική βούληση μιας κυβέρνησης η οποία κέρδισε τις εκλογές πάνω στη βάση προγράμματος.
Μια κυβέρνηση προσωπικοτήτων είναι αμφίβολο ότι θα ακολουθούσε εντελώς διαφορετική πολιτική κάτω από αυτές τις συνθήκες και κυρίως έπειτα από την τεράστια απώλεια χρόνου. Καθώς όμως δεν θα προερχόταν από τους κομματικούς μηχανισμούς, που δικαιολογημένα οι πολίτες δεν εμπιστεύονται, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της ειλικρίνειας που τα πολιτικά κόμματα αποφεύγουν, έχοντας το θάρρος να προτείνει αναγκαία μέτρα, θα είχε και το κύρος να τα εφαρμόσει. Το σημαντικότερο κέρδος θα βρισκόταν αλλού: μια κυβέρνηση προσωπικοτήτων θα έδινε την ευκαιρία σε νέες πολιτικές δυνάμεις να συνταχθούν με βάση αρχές και προγράμματα κι όχι με βάση ένα «ναι» ή ένα «όχι» στο Μνημόνιο• δυνάμεις που η πολιτική τους δεν θα ήταν ετεροπροσδιορισμένη, υπαγορευόμενη από την κρίση, αλλά αυτόνομη, υπαγορευόμενη από το όραμα μιας Ελλάδας που δεν θα διαιωνίζει στον 21ο αιώνα τις αμαρτίες των τελευταίων δεκαετιών του 20ού.
Απόσπασμα από το άρθρο του Άγγελου Χανιώτη:
"Οι αγανακτησμένοιπολίτες" και η ελπίδα
Καθμερινή 26/6/2011
Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου