Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

Το νέο μνημόνιο με τη ματιά ενός συριζαίου δημοσιογράφου στην «Αυγή»



 
Αγαθόν το εξομολογείσθαι
του Στρατή Μπουρνάζου , Εφημ. Αυγή 12/7/2015

Στα δεκαπέντε χρόνια της θητείας μου στα «Ενθέματα», αυτό είναι, με διαφορά, το πιο δύσκολο κείμενό μου. Και το ότι γράφω από τις σελίδες αυτές κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα. Όχι γιατί ως μέλος του ΣΥΡΙΖΑ ή δημοσιογράφος της «Αυγής» πρέπει να στρογγυλέψω όσα σκέφτομαι· αυτό θα ήταν το –συγκριτικά– πιο εύκολο. Αλλά για να στρογγυλέψεις κάτι πρέπει πρώτα να το έχεις διαμορφώσει, αιχμηρό, στο μυαλό σου· ενώ το πρόβλημά μου είναι ακριβώς το αντίθετο: ότι δεν έχω διαμορφώσει άποψη, και ιδίως αιχμηρή. Αντίθετα, πολιτικά και προσωπικά αισθάνομαι ένα αδιέξοδο. Και αν γράφω είναι επειδή νιώθω ότι δεν μπορεί κανείς στα δύσκολα να σωπαίνει, αλλά και επειδή, έπειτα, νομίζω, το αδιέξοδο αυτό δεν είναι δική μου ιστορία, το νιώθουν και άλλοι.
Ως σχολιαστής ή ιστορικός θα μπορούσα να κάνω πολλές παρατηρήσεις: για την πύκνωση του πολιτικού χρόνου, πώς η πολιτική οι μάζες εισέβαλαν στο προσκήνιο με το δημοψήφισμα. Αλλά όλα αυτά, ακόμα κι αν είναι σωστά, μου ακούγονται ψεύτικα. Σαν υπεκφυγή από το ζητούμενο:Τι λες για τη συμφωνία;
Και εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα. Aν είσαι πασοκοποταμοδεξιός, δεν έχεις πρόβλημα: επιχαίρεις με την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, και συνεχίζεις τις πολιτικές κινήσεις (ή τις μηχανορραφίες) για να τον ρίξεις. Αν είσαι ΚΚΕ φωνάζεις βροντερά «Εμείς, Εμείς οι μόνοι συνεπείς» (ανέκαθεν, από γεννήσεως κόσμου, ή τουλάχιστον από το 1992 με το Μάαστριχτ, οπότε, σαν το σταματημένο ρολόι που δυο φορές το εικοσιτετράωρο λέει τη σωστή ώρα, «επιβεβαιώνεσαι»). Κι αν είσαι από εκείνους τους ντετερμινιστές-χολερικούς που ήδη πριν τον Γενάρη χλεύαζαν τον ΣΥΡΙΖΑ σαν εκ προοιμίου «προδότη», και πάλι ουδέν πρόβλημα: είσαι αυτάρκης και ωραίος. Αν όμως (είτε είσαι συριζαίος είτε όχι) θεωρείς ότι η υπόθεση αυτής της κυβέρνησης σε αφορά, είναι μια μεγάλη ευκαιρία (και για το αριστερό κίνημα, αλλά και για τον τόπο), αν θεωρείς ότι οι αποφάσεις και η τύχη της θα κρίνουν πολλά, όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά γενικότερα, και γι' αυτό αγωνιάς (είτε τη στηρίζεις είτε την κριτικάρεις), τα πράγματα είναι σκούρα. Γιατί από αυτές τις προκείμενες μπορούν να βγουν «διά ταύτα» που αιτιολογούν και την καταψήφιση και την ψήφιση της συμφωνίας και την παραίτηση.
***
Μερικές σκέψεις λοιπόν, σαν δημόσια εξομολόγηση, με την επιφύλαξη ότι κάποια σοβαρά σημεία παραμένουν ακόμα ασαφή, όπως το χρέος (για τα οποίο, παρεμπιπτόντως δεν έχω καμιά αισιοδοξία). Τις γράφω όσο μπορώ καθαρά, χωρίς να καταφεύγω σε απλουστευτικές και απαράδεκτες, για μένα, αναγωγές στις βουλήσεις του λαού και του εκλογικού σώματος. Διότι, αν μιλήσουμε για τις εκλογές του Γενάρη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει εντολή ούτε για ρήξη αλλά ούτε για νέο Μνημόνιο. Επίσης, αν μιλήσουμε για το δημοψήφισμα (και εδώ ευθύνεται ασφαλώς και η διατύπωση του ερωτήματος), η διαδικασία φανέρωσε πολλά, μια αναπάντεχη και εντυπωσιακή λαϊκή αγωνιστικότητα και δυναμική, αλλά για το προκείμενο, υπογραφή ή ρήξη, δεν μας βοηθάει πολύ.
Ξεκινάω από την πρόταση:
α) Η πρόταση είναι πολύ κακή (επιφυλάσσομαι να πω πόσο, μέχρι να τη μελετήσω πλήρως). Αποτελεί ένα νέο Μνημόνιο και σαφή αποτυχία της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις αλλά και όλης της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ (κατάργηση των Μνημονίων, «έντιμος συμβιβασμός» κλπ). Όπως είπε ένας καλός σύντροφος, «όποιος και όποια δεν το βιώνει αυτό ως προσωπική και συλλογική αποτυχία, δύσκολα μπορεί να λέγεται σύντροφος». Βαριά κουβέντα, αλλά όχι αβάσιμη.
β) Για την εξέλιξη αυτή έχει ασφαλώς σοβαρές πολιτικές ευθύνες ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς οι αναλύσεις και η πολιτική του αποδείχθηκαν ανεδαφικές. Όμως, αν μιλάμε για ήττα και ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ, αυτές δεν είναι συγκρίσιμες με τις ευθύνες των δανειστών. Παλεύει το ποντίκι με τον ελέφαντα. Όσο και αν το ποντίκι έκανε λάθος εκτιμήσεις και πίστευε «το πολιτικό» θα νικήσει, όσο κι αν ακούγεται γελοίο να βρυχάται, πόσο να το ψέξεις για ελλιπή προετοιμασία και λάθος κινήσεις; Και, πέραν των μεγεθών, το πράγμα γίνεται πολύ σοβαρό, γιατί εδώ μιλάμε πια για αποτυχία της Ευρώπης συνολικά.
γ) Δεν πρέπει να χρυσώνουμε το χάπι και να βαφτίζουμε τη συμφωνία «δίκαιη», «βιώσιμη» κλπ. Αν την είχε υπογράψει ο Σαμαράς θα είχαμε εξεγερθεί. Ας επισημάνουμε τα όποια θετικά της σημεία, αλλά κυρίως να ομολογήσουμε την αποτυχία μας. Και ας πούμε ότι είναι αποτέλεσμα του εκβιασμού και του οικονομικού στραγγαλισμού. αλλά και του όλου συσχετισμού: η σοσιαλδημοκρατία ταυτίστηκε σχεδόν με τη Δεξιά, οι αριστερές και κινηματικές δυνάμεις μικρές, οι διαδηλώσεις συγκινητικές αλλά περιορισμένες.
δ) Σε αυτό το ζοφερό τοπίο, το επίτευγμα της ελληνικής κυβέρνησης, πέραν του αγώνα που έδωσε, έγκειται κυρίως στο ότι έφερε στο προσκήνιο, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το θέμα Ελλάδα-λιτότητα-δημοκρατία-Ευρώπη (ομιλία Τσίπρα στο ευρωκοινοβούλιο, σκιρτήματα αλληλεγγύης σε όλη την Ευρώπη) και ότι την τελευταία βδομάδα φάνηκαν κάποια ρήγματα στο νεοφιλελεύθερο ευρωπαϊκό μέτωπο.
Προχωράω τώρα στη «ρήξη». Δύο είναι για μένα τα καθοριστικά ζητήματα, που μου μοιάζουν εφιαλτικά και με κάνουν κι αυτά να χάνω τον ύπνο μου (πέραν του ότι η «ρήξη» είναι εντελώς θολή και ο καθένας καταλαβαίνει ό,τι θέλει -- από χρεοκοπία εντός ευρώ μέχρι έξοδο από την Ευρωζώνη ή έξοδο από την Ε.Ε.)
α) Το πρώτο μεγάλο αγκάθι είναι ότι η ρήξη, αν γίνει αύριο, θα γίνει με τον πιο άτακτο, επώδυνο και ολέθριο τρόπο: χωρίς καμιά προετοιμασία του κράτους, με τράπεζες που δεν θα έχουν χρήματα, με κοπή εθνικού νομίσματος κακήν κακώς, με οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό χάος. Η λέξη που μου έχει καρφωθεί στο μυαλό είναι «καταστροφή» (αυτό πιστεύω), πιο συγκρατημένα όμως μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι θα γίνει με τον χειρότερο δυνατό τρόπο (και αυτό, όπως όλα βέβαια σε μια ταξική κοινωνία, θα πλήξει τους πιο αδύναμους).
β) Σε αυτές τις συνθήκες, είναι πολύ πιθανό να πέσει η κυβέρνηση. Και θα πει κανείς ότι είναι, σε μεγάλο βαθμό, άξια της μοίρας της. Σύμφωνοι. Υπάρχει όμως ένα πολύ πιο ουσιαστικό ερώτημα, που εμένα με παραλύει. Ακόμα και αν η ρήξη γινόταν με σχέδιο, συντεταγμένα, χωρίς πτώση της κυβέρνησης, γιατί η χώρα (και ειδικά οι λαϊκές τάξεις, οι χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι, οι άνεργοι, η νεολαία) να βρεθούν σε καλύτερη θέση (και στις τρεις εκδοχές: χρεοκοπία εντός ευρώ, χρεοκοπία εκτός ευρωζώνης, εκτός Ε.Ε.); Με λίγα λόγια η δυνατότητα άσκησης πολιτικής που θα αποκτήσει μια αριστερή κυβέρνηση, εκτός της ευρωζώνης (ή και της Ε.Ε.), θα υπερβαίνει άραγε τους συσχετισμούς δυνάμεων, τους εκβιασμούς των αγορών, τη θέση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας κλπ; Αν σήμερα αποτύχαμε εντός ευρώ επειδή ο συσχετισμός ήταν συντριπτικός, για ποιο λόγος αυτός ο συσχετισμός θα γίνει ευνοϊκότερος εκτός; Γιατί (αφού δεν μιλάμε για μια χώρα με αυτάρκεια, απομονωμένη και περίκλειστη, αλλά με εμπόριο, ανταλλαγές, δανεισμό), στις νέες συνθήκες, θα πετύχουμε καλύτερους όρους, λ.χ. στις διαπραγματεύσεις με τους παλιούς και νέους δανειστές;
***
Στο σημείο που είμαστε, αλλά και γενικότερα (για μένα είναι αυταπάτη ότι αν όλα αυτά συνέβαιναν τον Μάρτη, λ.χ., τα πράγματα θα ήταν ουσιωδώς διαφορετικά), και οι δύο επιλογές είναι επιβολή των δανειστών: και η υπογραφή νέου Μνημονίου και ένα άτακτο Grexit. Καμία από τις δύο με τους όρους που θα γίνει, δεν αντανακλά τη βούληση του ΣΥΡΙΖΑ, της κυβέρνησης, του ελληνικού λαού. Είναι και οι δύο εκβιαστικές.
Δεν θα πω τι θα έκανα αν ήμουν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο επειδή δεν είμαι, αλλά επειδή το ερώτημα είναι τόσο ριζικό, που παίρνει υπαρξιακή διάσταση για τον καθένα. Ας μιλάμε ειλικρινά και να μη βαφτίζουμε το κρέας καλαμάρι: να μην ωραιοποιούμε τη συμφωνία ούτε όμως και τη «ρήξη». Ας μιλάμε, με το χέρι στην καρδιά, και με βάση τα πιστεύω, τις αξίες και τις πραγματικότητες μαζί.


Δεν υπάρχουν σχόλια: